Ἐλλοί

From LSJ
Revision as of 14:01, 17 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (21)

τῆς αἰδοῦς ὀλίγην ποιήσασθαι φειδώ → to have little consideration for self-respect

Source

English (Slater)

Ἐλλοί priests of Zeus at Dodona. (v. Leumann, Hom. Wörter, 40.) ]π' Ἐλλῶν. χρο[ fr. 59. 3 cf. Strabo, 7. 7. 11. πότερον δὲ χρὴ λέγειν Ἑλλούς, ὡς Πίνδαρος, ἢ Σελλούς, ὠς ὑπονοοῦσι παρ' Ὁμήρῳ κεῖσθαι. Σ A Hom. Π. 23, Πίνδαρος χωρὶς του ς ἀπὸ Ἑλλοῦ τοῦ δρυτόμου, ᾧ φασὶ τὴν περιστερὰν πρώτην καταδεῖξαι τὸ μαντεῖον.

English (Slater)

Ἐλλοί priests of Zeus at Dodona. (v. Leumann, Hom. Wörter, 40.) ]π' Ἐλλῶν. χρο[ fr. 59. 3 cf. Strabo, 7. 7. 11. πότερον δὲ χρὴ λέγειν Ἑλλούς, ὡς Πίνδαρος, ἢ Σελλούς, ὠς ὑπονοοῦσι παρ' Ὁμήρῳ κεῖσθαι. Σ A Hom. Π. 23, Πίνδαρος χωρὶς του ς ἀπὸ Ἑλλοῦ τοῦ δρυτόμου, ᾧ φασὶ τὴν περιστερὰν πρώτην καταδεῖξαι τὸ μαντεῖον.