ἁλεία
From LSJ
Ἔλπιζε τιμῶν τοὺς θεοὺς πράξειν καλῶς → Spera felicitatem, si deos colas → Erhoffe Wohlergeh'n, wenn du die Götter ehrst
English (LSJ)
ἡ,
A = ἁλιεία, v.l. in Arist.Oec.1346b20, cf.Hdn.3.1.5, etc. II = ἁλεά (cf. ἁλεαί), SIG826 Eiv 28 (Delph., ii A. D.).
German (Pape)
[Seite 91] ἡ, für ἁλιεία, Fischerei (Arist. Oec. 2, 2 hat Bekker ἁλιεία), Herodian. 3, 1, 11 u. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἁλεία: ἡ, = ἁλιεία, ὡς τὸ ὑγεία ἀντὶ τοῦ ὑγίεια, δ. γραφὴ ἐν Ἀριστ. Οἰκ. 2. 4, 2, Ἡρωδιαν. 3.1, κτλ., πρβλ. Λοβ. Φρύν. 493.