Κέρδος πονηρὸν μηδέποτε βούλου λαβεῖν → Ex non honesto lucra sectari cave → Hab nie den Wunsch, unredlichen Gewinn zu ziehn
[Seite 468] ion. = βοηθέω.
βωθέω: Ἰων. συνῃρ. ἀντὶ βοηθέω.
ion. c. βοηθέω.