χρησμοδοτέω
From LSJ
Γυνὴ δικαία τοῦ βίου σωτηρία → Mulier probe morata vitae est sospita → Die Frau, die rechtlich denkt, erhält das Lebensgut
English (LSJ)
A give oracles, Poll.1.17:—Pass., receive an oracular response, CIG4539 (Palestine); aor. inf. written -ισθῆναι (as if from -ίζω) Ps.-Callisth.3.17 cod.Leid.
German (Pape)
[Seite 1375] Orakel ertheilen, prophezeihen, Sp., Poll.
Greek (Liddell-Scott)
χρησμοδοτέω: δίδω χρησμούς, Πολυδ. Α΄ , 17, Εὐμάθ. 10. 14. - Παθ., λαμβάνω ἀπόκρισιν ἐκ μαντείου, λαμβάνω χρησμόν, Κλήμ. Ρώμ. 55, Συλλ. Ἐπιγρ. 4539.