αισχρόβιος
From LSJ
Λόγος εὐχάριστος χάριτός ἐστ' ἀνταπόδοσις → Es sermo gratus pro relata gratia → Ein gutes Wort ist Dank für eine gute Tat
Greek Monolingual
-ία, -ιο (Μ αἰσχρόβιος)
αυτός που ζει αισχρή, ακόλαστη ζωή, εξώλης και προώλης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αἰσχρὸς + βίος.