αλιτόξενος
From LSJ
ἀρχὴ παιδεύσεως ἡ τῶν ὀνομάτων ἐπίσκεψις → the beginning of education is the examination of names, the beginning of philosophical education is the examination of names, the beginning of all education is the investigation of names
Greek Monolingual
ἀλιτόξενος, -ον (Α)
αυτός που αδικεί, που βλάπτει τους φιλοξενούμενούς του, τους φίλους του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀλιτο- (< ἤλιτον, αόρ. β΄ του ρήμ. ἀλιταίνω) + ξένος.