αγλαόκοιτος
From LSJ
Εὑρεῖν τὸ δίκαιον πανταχῶς οὐ ῥᾴδιον → Difficile inventu est iustum, ubi ubi quaesiveris → Zu finden, was gerecht ist, ist durchaus nicht leicht
ἀγλαόκοιτος, -ον (Μ)
κατά το λεξικό Σούδα, «ὁ πάνυ τίμιος», ο υπερβολικά τίμιος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀγλαός + κοῖτος.