Οὐκ ἔστι σοφίας κτῆμα τιμιώτερον → Haud ulla res pretiosior sapientia → Die Weisheit ist Besitz von allergrößtem Wert
ἐνύπνιος, -ον (Α)
1. αυτός που φαίνεται, συμβαίνει ή εμφανίζεται στον ύπνο («ἄγαν δ' ἀληθεῑς ἐνυπνίων φαντασμάτων ὄψεις», Αισχύλ.)
2. (το ουδ. ως επίρρ.) ἐνύπνιον
στον ύπνο («θεῑός μοι ἐνύπνιον ἦλθεν ὄνειρος», Ομ. Ιλ.).