αιγυπτιοδίφης
From LSJ
τὸ τῶν νικητόρων στρατόπεδον → Victorious Legion
Greek Monolingual
ο
ο αιγυπτιολόγος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αιγύπτιος + -δίφης < αρχ. διφῶ (-άω) «ζητώ, ερευνώ»].
τὸ τῶν νικητόρων στρατόπεδον → Victorious Legion
ο
ο αιγυπτιολόγος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αιγύπτιος + -δίφης < αρχ. διφῶ (-άω) «ζητώ, ερευνώ»].