Ὑπερηφανία μέγιστον ἀνθρώποις κακόν → Malorum maximum hominibus superbia → Das größte Übel ist für Menschen Übermut
-η, -ο (Α εὔπλευρος, -ον)
αυτός που έχει ισχυρές πλευρές
2. αυτός που έχει ισχυρό στήθος και πνευμόνια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + -πλευρος (< πλευρά), πρβλ. ισό-πλευρος, τετρά-πλευρος)].