ἠχικός

From LSJ
Revision as of 06:35, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (16)

καὶ ὑποθέμενος κατὰ τῆς κεφαλῆς φέρειν τὰς πληγάς, ὡς ἐν ἐκείνῃ τοῦ τε κακοῦ τοῦ πρὸς ἀνθρώπους → and having instructed them to bring their blows against the head, seeing that the harm to humans ... (Josephus, Antiquities of the Jews 1.50)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἠχικός Medium diacritics: ἠχικός Low diacritics: ηχικός Capitals: ΗΧΙΚΟΣ
Transliteration A: ēchikós Transliteration B: ēchikos Transliteration C: ichikos Beta Code: h)xiko/s

English (LSJ)

ή, όν, (ἦχος)

   A = ἠχητικός, of Alcaeus, ἠ. Αἰολίδης, i.e. singing in Aeolic, Epigr. ap. Sch.Pi.O.p.10D.

German (Pape)

[Seite 1180] = ἠχετικός, Welck. syll. epigr. 236, 4.

Greek (Liddell-Scott)

ἠχικός: -ή, -όν, (ἦχος) = ἠχητικός, Ἐπιγρ. ἐν Welck. Syll. 236. 4.

Greek Monolingual

ἠχικός, -ή, -όν (Α) ήχος
αυτός που παράγει ήχο, ηχητικός, αυτός που ψάλλει, μελωδόςἠχικός Αἰολίδης» — αυτός που μελωδεί στην αιολική διάλεκτο, για τον Αλκαίο, Σχόλ. Πινδ.).