Ἐλεεινότατόν μοι φαίνετ' ἀτυχία φίλου → Miseria amici mihi suprema est miseria → Am meisten Mitleid, scheint's, heischt eines Freundes Leid
κατεντρέπομαι (Μ)σέβομαι κάποιον σε μεγάλο βαθμό.[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α)- + ἐν-τρέπομαι «σέβομαι»].