ἄνθρωπός ἐστι πνεῦμα σαρκί χρώμενον → a human is a spirit furnished with flesh
τοτο ψάρι λυθρίνι.[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. λεθρίνι < λυθρίνι με ανομοιωτική τροπή του -υ- σε -ε- από επίδραση του υγρού συμφώνουπρβλ. θελιά < θηλιά, μελίγγι < μηλίγγι. (Για ετυμολ. βλ. λυθρίνι)].