Εἰ θνητὸς εἶ, βέλτιστε, θνητὰ καὶ φρόνει → Mortalis quum sis, intra mortalem sape → Bist sterblich du, mein Bester, denk auch Sterbliches
λιτροβουλής, -ές (Μ)άπληστος, ακόλαστος.[ΕΤΥΜΟΛ. < λίτρα + βούλομαι.