μεγαλομάρτυρ
From LSJ
Ῥύου δὲ σαυτὸν παντὸς ἐκ φαύλου τρόπου → Ex omni more malefico tete eruas → Bewahre dich vor jeder üblen Lebensart
German (Pape)
[Seite 106] υρος, ὁ, der große Zeuge, Sp.
Greek Monolingual
μεγαλομάρτυρ, -υρος, ὁ (Α)
μεγαλομάρτυρας.