Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

αλαλογώ

From LSJ
Revision as of 06:50, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (2)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Βίου δικαίου γίγνεται τέλος καλόν → Vitae colentis aequa, pulcher exitus → Ein Leben, das gerecht verläuft, das endet schön

Menander, Monostichoi, 67

Greek Monolingual

(-άω)
είμαι ή γίνομαι ανόητος, αποβλακώνομαι («αλαλόγησε το παιδί διάβασε-διάβασε» Βηλαράς).
[ΕΤΥΜΟΛ. < άλαλος + κατάλ. –λογώ, κατά απλολογία].