αμπελογνωσία

From LSJ
Revision as of 06:51, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (3)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Μέμνησο πλουτῶν τοὺς πένητας ὠφελεῖν → Memento dives facere pauperibus bene → Vergiss nicht, dass als Reicher du den Armen hilfst

Menander, Monostichoi, 348

Greek Monolingual

η
η γνώση τών σχετικών με την άμπελο ως προς την καλλιέργεια, τις ασθένειες, κ.λπ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άμπελος + -γνωσία < γνώσις ή γνωτός < γιγνώσκω. Η λέξη πρωτοχρησιμοποιήθηκε από τον Θ. Ορφανίδη, βοτανολόγο].