Ὅτ' εὐτυχεῖς, μάλιστα μὴ φρόνει μέγα → Minus insolesce, quo magis res prosperae → Wenn du im Glück bist, brüste dich am wenigsten
ο (AM ἁρπαγμός) αρπάζω1. η αρπαγή2. κάτι που αποκτά κανείς τυχαία (πρβλ. άρπαγμα)3. προνόμιο, βραβείο4. κάτι το οποίο σφετερίζεται κανείςαρχ.1. η ληστεία2. τα λάφυρα, η λεία.