γόγγυσις
From LSJ
Βλάπτει τὸν ἄνδρα θυμὸς εἰς ὀργὴν πεσών → Nociva res est animus irae traditus → Es schadet, wenn des Mannes Sinn dem Zorn verfällt
English (LSJ)
εως, ἡ, = sq., LXX Nu.14.27.
Greek (Liddell-Scott)
γόγγῠσις: -εως, ἡ, = τῷ ἑπομ., Ἑβδ. (Ἀριθμ. ιδ΄, 27).
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
murmuración τὴν γόγγυσιν τῶν υἱῶν Ισραήλ ... ἀκήκοα LXX Nu.14.27.