Λίαν φιλῶν σεαυτὸν οὐχ ἕξεις φίλον → Amans sui ipse nimis amicu'st nemini → Wer allzu sehr sich selbst liebt, findet keinen Freund
Full diacritics: ἐνεπίπεδος | Medium diacritics: ἐνεπίπεδος | Low diacritics: ενεπίπεδος | Capitals: ΕΝΕΠΙΠΕΔΟΣ |
Transliteration A: enepípedos | Transliteration B: enepipedos | Transliteration C: enepipedos | Beta Code: e)nepi/pedos |
ον,
A flat, ὀροφή Gal.18(1).518.
ἐνεπίπεδος: -ον, ἐπίπεδος ἐντός, ποιήσει τὴν ὀροφὴν ἐνεπίπεδον Γαλην. τ. 18, μέρος 1, σ. 518, 11.
-ον plano ὀροφή Gal.18(1).518.
ἐνεπίπεδος, -ον (Α)
επίπεδος στο εσωτερικό του.