ετρουσκικός
From LSJ
Ἦθος προκρίνειν χρημάτων γαμοῦντα δεῖ → Ex moribus, non aere, nupturam aestima → Bewerte den Charakter nicht das Geld der Braut
Greek Monolingual
-ή, -ό
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους Ετρούσκους ή στην Ετρουρία, αλλιώς τυρρηνικός («ετρουσκική τέχνη»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ετρούσκος. Η λ. μαρτυρείται από το 1861 στον Δ. Ι. Μαυροφρύδη].