ἀμβλύς εἰμι καὶ κατηρτυκὼς κακῶν → I'm jaded and with much experience of evils
Full diacritics: κατατρίζω | Medium diacritics: κατατρίζω | Low diacritics: κατατρίζω | Capitals: ΚΑΤΑΤΡΙΖΩ |
Transliteration A: katatrízō | Transliteration B: katatrizō | Transliteration C: katatrizo | Beta Code: katatri/zw |
strengthd. for τρίζω, Batr.88.
κατατρίζω: ἐπιτεταμ. ἀντὶ τοῦ τρίζω, περὶ τῶν μυῶν, Βατραχομυομ. 88.
pousser un petit cri aigu.
Étymologie: κατά, τρίζω.
κατατρίζω (Α)
(επιτ. τ. του τρίζω) (για ποντίκια) εκφέρω συνεχή τριγμό.