κενοσοφία
From LSJ
τραχὺς ἐντεῦθεν μελάμπυγός τε τοῖς ἐχθροῖς ἅπασιν → he is a tough black-arse towards his enemies, he is a veritable Heracles towards his enemies
German (Pape)
[Seite 1417] ἡ, leere, eingebildete Weisheit.
Greek Monolingual
η κενόσοφος
κενή ή φανταστική ή επιπόλαιη σοφία, ψευδοσοφία, δοκησισοφία.