κομοστέγη
From LSJ
ἀθρόαις πέντε δραπὼν νύκτεσσιν ἔν θ' ἁμέραις ἱερὸν εὐζοίας ἄωτον → for five whole nights and days, culling the sacred excellence of joyous living | reaping the sacred bloom of good living for five full nights and as many days
Greek Monolingual
η
βοτ. οι ανώτεροι όροφοι ενός δάσους, που αποτελούνται από τα φυλλώματα τών δένδρων, αλλ. θόλος.