λεπτοκαρυά
From LSJ
Εὐνοῦχος ἄλλο θηρίον τῶν ἐν βίῳ → Eunuchus, alia vitam spurcans bestia → Ein weitres Lebensungetüm ist der Eunuch
Greek Monolingual
και λεπτοκαρύα και λεφτοκαρυά, η (Μ λεπτοκαρυά και λεφτοκαρυά) λεπτοκάρυο
βοτ. άλλη ονομασία της φουντουκιάς, φυτού του γένους κόρυλος.