μεσοπόλεμος

From LSJ
Revision as of 07:37, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (24)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Οὐ δεῖ σε χαίρειν τοῖς δεδυστυχηκόσι → Nicht freut man über den sich, der im Unglück ist → Kein Mensch legt Hand an den an, der im Unglück ist

Menander, Monostichoi, 431

Greek Monolingual

ο
1. (γενικά) χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ δύο πολέμων
2. (ειδικά) το χρονικό διάστημα μεταξύ του Α' και Β' παγκόσμιου πολέμου, δηλαδή από το 1918 ώς το 1939.