μυοτομία
From LSJ
κοινὴ γὰρ ἡ τύχη καὶ τὸ μέλλον ἀόρατον → fortune is common to all, the future is unknown | fortune is common to all and the future unknown | fate is common to all and the future unknown
Greek Monolingual
και μυοτομή, η
ιατρ. η χειρουργική τομή μυός.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. myotomie (< μυς, μυός «όργανο του σώματος» + -τομία < -τόμος < τέμνω. Η λ. μαρτυρείται από το 1839 στον Ιω. Ορλάνδο].