μουσόθετος
From LSJ
Οὕτως ἔδειξέν μοι κύριος καὶ ἰδοὺ ἐπιγονὴ ἀκρίδων ἐρχομένη ἑωθινή, καὶ ἰδοὺ βροῦχος εἷς Γωγ ὁ βασιλεύς (Amos 7:1) → Thus the Lord showed me and look, early-morning offspring of locusts coming, and look, one locust-larva: Gog the king.
Greek Monolingual
μουσόθετος, -ον (Α)
αυτός που κατασκευάστηκε με μουσική.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μοῦσα + -θετος (< τί-θη-μι) πρβλ. αστρό-θετος, οικό-θετος].