ἀλλ' οὐκ οἰωνοῖσιν ἐρύσσατο κῆρα μέλαιναν → by no augury could he ward off black death
ο (ΑΜ οἰνών και οἰνεών, -ῶνος)οιναποθήκη, αποθήκη κρασιούαρχ.οινοπωλείο.[ΕΤΥΜΟΛ. < οἶνος + κατάλ. -εών / -ών (πρβλ. καλαμ-ώνας)].