ἀνάγκᾳ δ' οὐδὲ θεοὶ μάχονται → but not even gods fight necessity (Simonides, fr. 37.1.29)
πάνωψ: -ωπος, ὁ, ὁ τὰ πάντα ὁρῶν, πανόπτης, ὄνομα τοῦ Ἄργου ἐπὶ ἀγγείων, Bröndsted σ. 6.
-ωπος, ὁ Ααυτός που βλέπει τα πάντα.[ΕΤΥΜΟΛ. < παν- + -ωψ (< θ. οπ- του ὄπωπα), πρβλ. εύ-ωψ].