μὴ κακὸν εὖ ἔρξῃς· σπείρειν ἴσον ἔστ' ἐνὶ πόντῳ → do no good to a bad man; it is like sowing in the sea
και πυκνοδενδριά, η / πυκνοδενδρία, ΝΜτόπος πυκνά καλυμμένος από δένδρα.[ΕΤΥΜΟΛ. < πυκνός + δέντρο(ν) + κατάλ. -ιά].