τὸ πολὺ τοῦ βίου ἐν δικαστηρίοις φεύγων τε καὶ διώκων κατατρίβομαι → waste the greater part of one's life in courts either as plaintiff or defendant
Α(σε επιγρ.) άλλος τ. του ουδ. της δεικτ. αντων.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντί τοδί (βλ. λ. όδε)].