υποστρόγγυλος
From LSJ
ἐπὶ τῷ μὴ κοινωνικῶς χρῆσθαι τοῖς εὐτυχήμασι → for not having used their success in a spirit of partnership
Greek Monolingual
-η, -ο / ὑποστρόγγυλος, -ον, ΝΜΑ στρογγυλός
κάπως στρογγυλός.
ἐπὶ τῷ μὴ κοινωνικῶς χρῆσθαι τοῖς εὐτυχήμασι → for not having used their success in a spirit of partnership
-η, -ο / ὑποστρόγγυλος, -ον, ΝΜΑ στρογγυλός
κάπως στρογγυλός.