ἐπέπυστο
From LSJ
Ἰδίας νόμιζε τῶν φίλων τὰς συμφοράς → Tuas amicus crede amici miserias → Betracht' als eignes deiner Freunde Missgeschick
French (Bailly abrégé)
3ᵉ sg. pqp. de πυνθάνομαι.
English (Autenrieth)
see πυνθάνομαι.
Greek Monotonic
ἐπέπυστο: γʹ ενικ. υπερσ. του πυνθάνομαι.