συ
From LSJ
κακῆς ἀπ' ἀρχῆς γίγνεται [[τέλος]] κακόν → from a bad [[beginning]] comes a bad end (Euripides' Aeolus fr. 32)
Greek Monolingual
σύ ΝΜΑ
(προσ. αντων. β’ προσ.) βλ. εσύ.
Greek Monolingual
σύ ΝΜΑ
(προσ. αντων. β’ προσ.) βλ. εσύ.
Russian (Dvoretsky)
συ: (перед σ с последующим согласным, перед ζ и иногда перед ξ) = συν-.