Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

Φοινικόστολος

From LSJ
Revision as of 05:44, 1 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (4b)

Cras amet qui numquam amavit quique amavit cras amet → May he love tomorrow who has never loved before; And may he who has loved, love tomorrow as well.

Pervigilium Veneris

Greek (Liddell-Scott)

Φοινῑκόστολος: -ον, ὁ ὐπὸ τῶν Φοινίκων στελλόμενος, Φοιν. ἔγχεα, δηλαδὴ ἔγχεα τοῦ τῶν Φοινίκων στόλου, Πινδ. Ν. 9. 67.

English (Slater)

Φοινῑκόστολος
   1 of a Phoenician army πεῖραν μὲν ἀγάνορα Φοινικοστόλων ἐγχέων ταύταν θανάτου πέρι καὶ ζωᾶς ἀναβάλλομαι ὡς πόρσιστα (the meaning with blood red spears is also intended, with ref. to the expedition of the Seven) (N. 9.28)

Greek Monotonic

Φοινῑκόστολος: -ον, αυτός που έχει σταλεί από τους Φοίνικες, Φοινικόστολα ἔγχεα, δηλ. ἔγχεα τοῦ τῶν Φοινίκων στόλου, σε Πίνδ.

Russian (Dvoretsky)

Φοινῑκόστολος: посланный финикиянами, финикийский или карфагенский (ἔγχεα Pind.).