ξένος ὢν ἀκολούθει τοῖς ἐπιχωρίοις νόμοις → as a foreigner, follow the laws of that country | when in Rome, do as the Romans do
[Seite 1132] adv., zum dritten Male, Hom., auch getrennt geschrieben.
τοτρίτον: ἴδε τρίτος.
τοτρίτον: προτιμητέο χωριστά δηλ. τὸ τρίτον.