σκαφείδιον

From LSJ
Revision as of 13:03, 15 February 2019 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "τοῡ" to "τοῦ")

Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστος ἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn

Menander, Monostichoi, 501
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σκᾰφείδιον Medium diacritics: σκαφείδιον Low diacritics: σκαφείδιον Capitals: ΣΚΑΦΕΙΔΙΟΝ
Transliteration A: skapheídion Transliteration B: skapheidion Transliteration C: skafeidion Beta Code: skafei/dion

English (LSJ)

τό, Dim. of sq. (not

   A = σκαφίδιον), Hdn.Epim.239, Suid.

Greek (Liddell-Scott)

σκᾰφείδιον: τό, ὑποκορ. τοῦ ἑπομ., Ἡρῳδιαν. Ἐπιμερ. 239 (δὲν πρέπει νὰ συγχέηται πρὸς τὸ σκαφίδιον, ὅ ἴδε).

Greek Monolingual

τὸ, Α σκαφεῑον
1. (υποκορ. τ. του σκαφεῑον) μικρό λισγάρι
2. (κατά το λεξ. Σούδα) «σκαφείδιον, ή δίκελλα, διαφέρει τοῦ σκαφίδιον, τὸ πλοιάριον».