соперничать
From LSJ
Βίου δικαίου γίγνεται τέλος καλόν → Vitae colentis aequa, pulcher exitus → Ein Leben, das gerecht verläuft, das endet schön
Russian > Greek
ἀγωνιάω, ἀντιποιέω, φιλονεικεω, ἀνθαμιλλάομαι, διαζηλοτυπέομαι, ἀνταγωνίζομαι, παραβάλλω