ἀπονεμητέον
ὃ γὰρ βούλεται, τοῦθ' ἕκαστος καὶ οἴεται → what he wishes to be true, each person also believes to be true | what he wishes, each person also believes
English (LSJ)
A one must assign, Arist.EN1165a18. 2 ἀπονεμ-ητέος, α, ον, to be assigned, φρόνησις ἐν -τέοις Zeno Stoic.1.49, Chrysipp.ib.3.72.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπονεμητέον: ῥηματ. ἐπίθ. τοῦ ἀπονέμω, δεῖ ἀπονέμειν, ἑκάστοις τὰ οἰκεῖα καὶ ἁρμόττοντα ἀπονεμητέον Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 9. 2, 7. 2) ἀπονεμητέος, α, ον, ὃν πρέπει νὰ ἀπονείμῃ τις, Φίλων 1. 56, ὅρα μὴ οὐκ ἄλλη μὲν ἀνδράσιν, ἄλλη δὲ ἐσθὴς ἀπονεμητέα γυναιξὶν Κλήμ. Ἀλ. 234.
Spanish (DGE)
hay que asignar gener. c. ac. y dat. ἑκάστοις τὰ οἰκεῖα ... ἀπονεμητέον Arist.EN 1165a18, τῷ Θεῷ τινα ἰδιάζουσαν ὑπεροχήν Chrys.M.61.214, σὺν κόσμῳ προσήκοντι τὸ πρέπον ἀ. Isid.Pel.Ep.M.78.1064C, cf. Clem.Al.Strom.7.16.101, Ptol.Iudic.15.8, Aristid.Quint.68.2.
Greek Monotonic
ἀπονεμητέον: ρημ. επίθ. του ἀπονέμω, πρέπει κάποιος να απονείμει, σε Αριστ.