Γυνὴ δικαία τοῦ βίου σωτηρία → Mulier probe morata vitae est sospita → Die Frau, die rechtlich denkt, erhält das Lebensgut
Full diacritics: σμᾰρίλη | Medium diacritics: σμαρίλη | Low diacritics: σμαρίλη | Capitals: ΣΜΑΡΙΛΗ |
Transliteration A: smarílē | Transliteration B: smarilē | Transliteration C: smarili | Beta Code: smari/lh |
[ῑ], ἡ,= μαρίλη, Arist.Mir.833a25.
σμαρίλη: [ῑ], ἡ, = μαρίλη, Ἀριστ. π. Θαυμασ. 41.
ἡ, Α
μαρίλη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. του μαρίλη. Για το αρκτικό σ- πρβλ. μικρός: σμικρός.
σμᾰρίλη: (ῐ) ἡ Arst. = μαρίλη.