σμαρίλη

From LSJ

Ὑγίεια καὶ νοῦς ἀγαθὰ τῷ βίῳ δύο (πέλει) → Vitae bona duo, sanitas, prudentiaZwei Lebensgüter sind Gesundheit und Verstand

Menander, Monostichoi, 519
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σμᾰρίλη Medium diacritics: σμαρίλη Low diacritics: σμαρίλη Capitals: ΣΜΑΡΙΛΗ
Transliteration A: smarílē Transliteration B: smarilē Transliteration C: smarili Beta Code: smari/lh

English (LSJ)

[ῑ], ἡ, = μαρίλη, Arist.Mir.833a25.

German (Pape)

μαρίλη.

Russian (Dvoretsky)

σμᾰρίλη: (ῐ) ἡ Arst. = μαρίλη.

Greek (Liddell-Scott)

σμαρίλη: [ῑ], ἡ, = μαρίλη, Ἀριστ. π. Θαυμασ. 41.

Greek Monolingual

ἡ, Α
μαρίλη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. του μαρίλη. Για το αρκτικό σ- πρβλ. μικρός: σμικρός.