μετάλλευσις
From LSJ
τοῦ δὲ πολέμου οἱ καιροὶ οὐ μενετοί → in war, opportunities won't wait | the chances of war will not wait (Thucydides 1.142.2)
English (LSJ)
εως, ἡ, v. l. for μεταλλεία, Palaeph.9: in pl., A mining operations, Ph.Bel.91.19.
German (Pape)
[Seite 149] ἡ, = μεταλλεία, Palaeph. 10.
Greek (Liddell-Scott)
μετάλλευσις: ἡ, = μεταλλεία, Παλαίφ. 10.