μολυβίς
From LSJ
Πολλοῖς ὁ Δαίμων, οὐ κατ' εὔνοιαν φέρων, / Μεγάλα δίδωσιν εὐτυχήματ' ... (Euripides) → God brings great good fortune to many, not out of good will,...
English (LSJ)
ίδος, ἡ, A gloss on μολύβδαινα, Hsch.
German (Pape)
[Seite 200] ίδος, ἡ, Erkl. von μολύβδαινα, Hesych.
Greek (Liddell-Scott)
μολῠβίς: -ίδος, ἡ, = μολυβδίς, Ἡσύχ., Βασιλ. 2. σ. 145.