ἐκθάλλω
From LSJ
Κρεῖττον τὸ μὴ ζῆν ἐστιν ἢ ζῆν ἀθλίως → Death is better than a life of misery → Satius mori quam calamitose vivere → Der Tod ist besser als ein Leben in der Not
English (LSJ)
A put forth blossoms, Sm.Ca.2.13, Al.Hb.3.17. 2 metaph., become active, of heat in the ground, Adam. ap. Aët.3.163.
Spanish (DGE)
1 tr. producir, hacer brotar (ἡ συκῆ) ἐξέθηλεν (ὀλύνθους αὐτῆς) Sm.Ca.2.13, ἡ δὲ γῆ οὐ μὴ ἐκθάλῃ βοτάνην Al.Hb.3.17.
2 intr., fig. florecer en, fructificar en c. dat. ἀρεταῖς ἐκθάλλων Rom.Mel.74.εʹ.5
•activarse, avivarse τὸ ἐν τῇ γῇ θερμόν ... ἐκθάλλει Adam.Vent.37.29.
Greek Monolingual
ἐκθάλλω (Α)
1. (για φυτά) βγάζω λουλούδια
2. γίνομαι δραστήριος, ενεργοποιούμαι.