πόθῳ δὲ τοῦ θανόντος ἠγκιστρωμένη ψυχὴν περισπαίροντι φυσήσει νεκρῷ → pierced by sorrow for the dead shall breathe forth her soul on the quivering body
ἄινος, -ον (Α)αυτός που δεν έχει ίνες ή αγγεία.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀ- στερητ. + ἶς, ἰνὸς «ίνα»].