παιδείαν δὲ πᾶσαν, μακάριε, φεῦγε τἀκάτιον ἀράμενος → flee all education, raising up the top sail
εὐθύφρων, -ον (ΑΜ)ο ειλικρινής.[ΕΤΥΜΟΛ. < ευθυ- + -φρων < θ. φρεν- του φρην, γεν. φρεν-ός (πρβλ. εύ-φρων, παρά-φρων)].