Ἀριστοφάνειος

From LSJ
Revision as of 14:49, 5 January 2022 by Spiros (talk | contribs)

Ὁ μὴ γαμῶν ἄνθρωπος οὐκ ἔχει κακά → Multis malis caret ille, qui uxorem haud habet → Der Mann, der ledig bleibt, kennt keinen Leidensdruck

Menander, Monostichoi, 437
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Ἀριστοφᾰ́νειος Medium diacritics: Ἀριστοφάνειος Low diacritics: Αριστοφάνειος Capitals: ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΕΙΟΣ
Transliteration A: Aristopháneios Transliteration B: Aristophaneios Transliteration C: Aristofaneios Beta Code: *)aristofa/neios

English (LSJ)

[φᾰ], α, ον, Aristophanean, Aristophanic, of Aristophanes, Ἀριστοφάνειον μέτρον, the anapaestic tetrameter, D.H.Rh.11.10, Heph.8, Theon Prog.3.

Greek (Liddell-Scott)

Ἀριστοφάνειος: -α, -ον, ὁ τοῦ Ἀριστοφάνους, ἢ ὁ ἀνήκων εἰς τὸν Ἀριστοφάνη, Διον. Ἁλ. π. Ρητ. 11.10.

Spanish (DGE)

-α, -ον
de Aristófanes, aristofánico κωμικὸν τοῦτο Ἀριστοφάνειον D.H.Rh.11.10, τὸ Ἀριστοφάνειον = las palabras de Aristófanes, Plu.Per.26, (Ἀριστοφάνειον μέτρον) τετράμετρον ἀναπαιστικόν, ὃ καλοῦσίν τινες Ἀριστοφάνειον D.H.Comp.25.13.

Russian (Dvoretsky)

Ἀριστοφάνειος: аристофановский: Ἀριστοφάνειον μέτρον аристофановский размер, т. е. анапестический тетраметр: ∪ ∪ –́ – – | ∪ ∪ –́ – – | | ∪ ∪ –́ ∪ ∪ – | – –́ ∪̲.