Θνητὸς πεφυκὼς τοὐπίσω πειρῶ βλέπειν → Homo natus id, quod instat, ut videas, age → Als sterblich Wesen mühe dich zu seh'n, was folgt
Full diacritics: ἐνεπίπεδος | Medium diacritics: ἐνεπίπεδος | Low diacritics: ενεπίπεδος | Capitals: ΕΝΕΠΙΠΕΔΟΣ |
Transliteration A: enepípedos | Transliteration B: enepipedos | Transliteration C: enepipedos | Beta Code: e)nepi/pedos |
ον, flat, ὀροφή Gal.18(1).518.
ἐνεπίπεδος: -ον, ἐπίπεδος ἐντός, ποιήσει τὴν ὀροφὴν ἐνεπίπεδον Γαλην. τ. 18, μέρος 1, σ. 518, 11.
-ον plano ὀροφή Gal.18(1).518.
ἐνεπίπεδος, -ον (Α)
επίπεδος στο εσωτερικό του.