ἀηθίζομαι
From LSJ
Ἢ μὴ γάμει τὸ σύνολον ἢ γαμῶν κράτει → Aut caelebs vive aut dominus uxori tuae → Bleib ledig oder herrsche über deine Frau
English (LSJ)
to be unaccustomed to a thing, Posidon.26.
Greek (Liddell-Scott)
ἀηθίζομαι: ἀποθ., εἶμαι ἀσυνήθιστος εἴς τι πρᾶγμα, Στράβ. 198.
Spanish (DGE)
no estar acostumbrado Posidon.274 (cód.).